- μικρομονάδα
- η(ηλεκτρον.) ηλεκτρονικό κύκλωμα με πολύ μικρές διαστάσεις τού οποίου ο συνολικός όγκος δεν υπερβαίνει το ένα κυβικό εκατοστόμετρο.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια ως προς το α' συνθετικό λ. πρβλ. γαλλ. micromodule].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
μικρ(ο)- — (ΑΜ μικρ[ο]) τύπος «σύνθετου υποκοριστικού» (πρβλ. λιγο , χαμο , υπο κ.ά.) που ανάγεται στο επίθ. μικρός*. Δηλώνει σμίκρυνση ή υποκορισμό τής σημ. τού β συνθετικού, ενώ χρησιμοποιείται και για να προσδώσει μειωτική σημ. στο β συνθετικό (πρβλ.… … Dictionary of Greek